ακτιβιστής οκνηρίας

xρημάτισα υπουργός απέχθειας καθώς και συνδικαλιστικό όργανο ανισορροπίας. τις απελεύθερες στιγμές μου αποτυπώνω μηδενικά σε πάλλευκους κόσμους. διέπομαι από την έμμονη της αναδόμησης μη αναστρέψιμων στιγμών ηδονής και έχω ενστάσεις για την αρχετυπική μορφή του ωραίου

Tuesday, June 30, 2015

κερκέλια τα λένε στη Κρήτη. μια λέξη παιχνιδιάρικη αλλά και τόσο περήφανη μέσα στην αδιαπραγμάτευτη αδρότητα του υλικού της. απλή, χθαμαλή, επικουρική τόσο στη καθημερινότητα όσο και στη ψυχή. κερκέλια χτύπαγες κάποτε να δωσεις το σύνθημα στον σπιτονοικοκύρη για να σου ανοίξει, να σε βάλει σπίτι του, να σου ψήσει ένα καφέ τούρκικο, να του πεις το πόνο σου, να τον κάνει δικό του και τούμπαλιν. ένα εργαλείο πολυχρηστικό. για να δένεις το άλογο σου μέχρι να πιεις μια γουλιά νερό, για να κρατιέσαι στην ανημποριά των ποδιών σου. και ταυτόχρονα αυτό το πολυεργαλείο να έχει κάτι από την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και, γιατί όχι, ματαιοδοξία να ομορφαίνει την όψη μιας τοξοτής θύρας. όλα σχεδόν, τα παλιά τα χρόνια, ήταν τοξοτά. ο κύκλος ενώνει. ο κύκλος χορεύει. ο κύκλος διώχνει το φόβο.
και πίσω λοιπόν από αυτή τη πόρτα υπήρχε ένα σπίτι. χτισμένο συνήθως με ίδιαν εργασία. με ίδιον κόστος. με ίδιον χαρακτήρα μα με σεβασμό στα σπίτια των διπλανών. τότε που το σπίτι σου ήταν δικό σου. συθέμελα. και ακριβώς επειδή ήταν τόσο δικό σου και ό,τι δικό σου τότε ήθελες να το μοιράζεσαι για να το χαίρεσαι διπλά. ήθελες. όχι έπρεπε. ναι, κάποτε η ανθρωπότητα είχε σαβουάρ βίβρ. αυτό το σπίτι τότε αυτομάτως γινόταν και δικό μου και δικό της και δικό μας. τους χωρούσε όλους, φίλους, γνωστούς και συγγενείς μέχρι τον ξένο, τον άγνωστο, τον αγύρτη. μέχρι και τον εχθρό σου χώραγε καμιά φορά.
όλοι όμως έπρεπε πρώτα να περάσουν από αυτά τα κερκέλια. να τα πιάσουν και να τα βροντήξουν δυο - τρεις φορές πάνω στη ξύλινη τοξοτή πόρτα. έδιναν το σύνθημα για να γεννηθεί, εκ νέου, συναναστροφή. τόση συμπυκνωμένη καθημερινότητα, τόσες διαφορετικές σχέσεις, τόσα πάθη και τόση ζήση, έκρυβαν εντέλει αυτά τα κερκέλια ώστε από αυτά θέλησε και ο Διγενής να πιαστεί. αυτά τον ένωναν με τη γη που έπρεπε να απαρνηθεί -χάριν του θανάτου- για να ανέβει στον ουρανό/να διπλωθεί να κάτσει/να δώσει σείσμα τ'ουρανού.

για να μην ξεχάσει.

για να μην ξεχάσουμε.

0 Comments:

Post a Comment

<< Home